Το χωριό ανήκει διοικητικά στην επαρχία της Λάρνακας και είναι κτισμένο σε υψόμετρο 120 μέτρων και σε απόσταση δεκαπέντε χιλιομέτρων από την πόλη της Λάρνακας. Κύριο χαρακτηριστικό του από πλευράς τοπογραφίας είναι οι λόφοι που το περιτριγυρίζουν και έχουν τη μορφή τρούλων. Σε αυτό το χαρακτηριστικό οφείλει πιθανότατα και την ονομασία του. Ψηλότερος από τους λόφους αυτούς είναι ο λόφος Κάραβος, που φθάνει σε ύψος 256 μέτρα και βρίσκεται δυτικά του χωριού.
Ιστορικά στοιχεία
Η περιοχή του χωριού ήταν κατοικημένη από τα αρχαία χρόνια, οπότε είχε γίνει και εντατική εκμετάλλευση του μεταλλείου, που βρίσκεται στα διοικητικά όρια της κοινότητας. Μια παράδοση, μάλιστα, που δε φαίνεται να είναι άσχετη με την ύπαρξη του μεταλλείου, θέλει τον Ήφαιστο, το θεό της φωτιάς, να στήνει το εργαστήρι του στην περιοχή των Τρούλλων, όταν διώχθηκε από τον Όλυμπο, αφού έδωσε τη φωτιά στους ανθρώπους.
Κοντά στους Τρούλλους και συγκεκριμένα στους αρχαίους Γόλγους, κοντά στην Αθηένου, λατρευόταν και η Κύπριδα Αφροδίτη, σύζυγος του Ήφαιστου. Πιθανώς στην περιοχή του χωριού να υπήρχε και ναός αφιερωμένος σε κάποια Νύμφη, όπως γίνεται φανερό από μια επιγραφή πάνω σε σπασμένο αγγείο, που βρέθηκε στην περιοχή.
Παρόλο που το χωριό ήταν κατοικημένο από τα αρχαία χρόνια, τουλάχιστον με τη σημερινή του ονομασία δεν απαντάται στα μεσαιωνικά χρόνια. Στην περιοχή του όμως βρίσκεται σημειωμένος σε μεσαιωνικούς χάρτες οικισμός με την ονομασία Chida.
Πρόσβαση στο χωριό
Από συγκοινωνιακής άποψης σήμερα μπορεί το χωριό να θεωρηθεί προνομιούχο, αφού συνδέεται με ασφαλτοστρωμένους δρόμους στα νότια με τα Κελλιά (6,5 χιλιόμετρα) και μέσω του με την πόλη της Λάρνακας, με το Αβδελλερό (5 χιλιόμετρα) στα δυτικά και με την Ορόκλινη στα νοτιοανατολικά (7 χιλιόμετρα). Με ασφαλτοστρωμένους δρόμους συνδέεται και με τα κατεχόμενα χωριά Άρσος και Λύση. Πολύ κοντά στο χωριό είναι και ο αυτοκινητόδρομος Ριζοελιάς – Αγίας Νάπας.
Πληθυσμός – Ασχολίες των κατοίκων
Από πλευράς σύνθεσης του πληθυσμού τους οι Τρούλλοι ήταν αμιγές χωριό. Σήμερα έχει περίπου 1100 κατοίκους, με πολλές πολύτεκνες οικογένειες. Γενικά οι κάτοικοι του χωριού είναι δεμένοι με τον τόπο τους, διατηρούν αρκετά από τα ήθη και έθιμα και παραμένουν προσανατολισμένοι στην ελληνοχριστιανική παράδοση.
Η αστυφιλία έχει σταματήσει και οι νέοι παραμένουν στο χωριό τους. Σε αυτό συνέβαλαν και τα μέτρα αναζωογόνησης των ακριτικών περιοχών, που εφαρμόζουν οι εκάστοτε κυβερνήσεις.
Παλιά οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Λόγω της χαμηλής ετήσιας βροχόπτωσης που δέχεται η περιοχή -γύρω στα τριακόσια χιλιοστόμετρα- καλλιεργούσαν κυρίως το σιτάρι και το κριθάρι καθώς επίσης και ελιές και χαρουπιές, που είναι ξηρικές καλλιέργειες. Όμως μετά την τουρκική εισβολή του 1974 και την κατοχή μεγάλου μέρους της σιτοπαραγωγικής γης, οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να στραφούν σε άλλα επαγγέλματα.
Σήμερα στην κοινότητα λειτουργούν ένα παντοπωλείο, ένα αρτοποιείο, κατάστημα ειδών ένδυσης, κομμωτήρια, ανθοπωλεία, κρεοπωλεία, κατάστημα υλικών οικοδομής, κατάστημα και αποθηκευτικοί χώροι ειδών υγιεινής, μηχανουργείο, εργοστάσιο επεξεργασίας μαρμάρων και άλλα, τα οποία είναι ως επί το πλείστον οικογενειακές επιχειρήσεις.
Υπάρχουν επίσης σκορπισμένες σε διάφορες περιοχές αρκετές κτηνοτροφικές μονάδες στις οποίες εκτρέφονται αγελάδες και αιγοπρόβατα. Αρκετοί κάτοικοι εξακολουθούν να εξασκούν το επάγγελμα του γεωργού. Άλλοι εργοδοτούνται σε διάφορα επαγγέλματα στη γειτονική πόλη.
Στα χρόνια μέχρι την τουρκική εισβολή, πολλές γυναίκες ασχολούνταν με την καλαθοπλεκτική. Σήμερα η ασχολία αυτή έχει εγκαταλειφθεί εντελώς.